Οι ουρανοί συνωμοτούν για την Ελένη
Η Ελένη.
«Η Ελένη ξύπνησε τα δυό αδέλφια της και ετοίμασε βιαστικά κάτι να φάνε. Μια κούπα ζεστό γάλα και λίγο ψωμί. Έβαλε και δυό φέτες ψωμί με μια φέτα τυρί, τυλιγμένα, στην τσάντα τους. Έβαλε και στη δική της.
Θα την έτρωγε στο διάλειμμα, κάπου εκεί στην άκρη του προαυλίου, που απομονώνεται συνήθως. Πολλές φορές μάλιστα προκαλώντας την περιέργεια των συμμαθητών της. «Μα τι κάνει εκεί πέρα μόνη της;»
Η μάννα της έλειπε, γιατί έπρεπε να βοηθήσει τον πατέρα της στο άρμεγμα.
Κάποια στιγμή, θα περνούσε ο γαλατάς να πάρει το γάλα.
Όμως, έπρεπε να το κουβαλήσουν ως το δρόμο, κι ο δρόμος ήταν μακριά.
Η Ελένη, έπρεπε να κάνει γρήγορα, γιατί κάποια στιγμή θα έρχονταν το ταξί να πάρει, αυτήν και τα αδέλφια της που πήγαιναν στο σχολείο.
Αλλά, ως εκεί που θα έφτανε το ταξί, είχαν και κάνα τέταρτο δρόμο με τα πόδια.
Ζόρισε λίγο τα μικρά να ετοιμαστούν και ξεκίνησαν.
Όταν έφτασαν στο σχολείο, χώρισαν, γιατί τα μικρά πήγαιναν στο δημοτικό και η Ελένη στο λύκειο.
Εφέτος η Ελένη ήταν στη δευτέρα τάξη. Εκεί είναι, που όσα παιδιά θέλουν να σπουδάσουν, αρχίζουν, αν δεν άρχισαν ήδη και φροντιστήριο.
Και η Ελένη ονειρεύεται σπουδές. Όταν κλείνει τα μάτια της βλέπει τον εαυτό της ντυμένο με λευκή μπλούζα, μέσα σε ένα θάλαμο νοσοκομείου. Δίπλα της είναι ξαπλωμένος ο άρρωστος παππούς της, λίγο πιο πέρα η ξαδέρφη της και άλλοι συγγενείς χωριανοί και ξένοι. Όλοι περιμένουν από αυτήν να τους βοηθήσει. Να τους κάνει καλά. Γιατί η Ελένη θέλει να γίνει γιατρός!
Όμως το μυστικό της αυτό, δεν το φανερώνει σε κανέναν.
Γιατί φοβάται, πως θα αντιμετωπίσει τη χλεύη των συμμαθητών της.
«Σιγά η χωριάτα, που μας θέλει να γίνει και γιατρός!»
Η Ελένη ξέρει πως έχει ελλείψεις, αλλά που λεφτά για φροντιστήριο;
Η οικογένειά της, τα βγάζει πέρα με το ζόρι. Αλλά κι αν ακόμη μπορούσε να πληρώσει, το σπίτι της είναι εκεί στα ριζά του βουνού, τόσο μακριά που είναι αδύνατο να πάει.
Γιατί η Ελένη, ζει σε ένα από τα ορεινά χωριά, στην οροσειρά της νότιας Πίνδου.
Κάπου ανάμεσα στα Άγραφα και την Αργιθέα.
Εκεί ψηλά όπου βρίσκονται ποτάμια και βουνίσιες λίμνες.
Οι παππούδες της Ελένης ήταν βοσκοί, το ίδιο είναι και οι γονείς της.
Τώρα πως κόπηκε αυτό το παιδί να ονειρεύεται λευκή μπλούζα και όχι στάνη, ένας θεός ξέρει!
Η Ελένη ρουφάει τη γνώση όταν της δίνεται. Οι καθηγητές της την αγαπούν γιατί είναι αφοσιωμένη και συνεργάσιμη.
«Αχ βρε παιδί μου», της λένε, «θέλουμε να σε βοηθήσουμε αλλά μένεις τόσο μακριά που δε σε φτάνουμε με τίποτα»
Ξέρουν καλά, πως χωρίς υποστήριξη, η Ελένη δεν έχει καμία ελπίδα, στον ανταγωνισμό της εισόδου στο Πανεπιστήμιο.
Η Ελένη, το ήξερε κι αυτή, πως δεν είχε τον απαραίτητο χρόνο για να διαβάσει, γιατί, όταν το μεσημέρι ξαναγύριζε στο χωριό και η μάννα της δεν είχε προλάβει να φτιάξει φαί, έπρεπε να το κάνει εκείνη. Να την αντικαταστήσει. Να παίξει και το ρόλο της μάνας για τα μικρά.
Να φροντίσει τι θα φάνε αυτά, καθώς και οι γονείς της που θα γύριζαν κατάκοποι και μουσκεμένοι από το βουνό. Γιατί τώρα που γεννούσαν τα ζωντανά, χρειάζονταν και οι δυό τους στο κοπάδι.
Αφού φρόντιζε λίγο το σπίτι, κάθονταν επιτέλους στο τραπεζάκι που της είχαν βάλει στο δωμάτιο της και άνοιγε τα βιβλία της.
Τώρα θα μπορούσε να βυθιστεί στον κόσμο των ονείρων της!
Να ξαναφορέσει την άσπρη μπλούζα και να περπατήσει ανάμεσα στον κόσμο, ανάμεσα σε άρρωστα παιδιά, που την αντιμετώπιζαν σαν να είναι ο άγγελός τους!
Γιατί είπαμε, η Ελένη θέλει να γίνει γιατρός και να βοηθάει τον κόσμο. Έναν κόσμο που πάντοτε είχε ανάγκη, όμως στις μέρες μας που ο κόσμος έγινε τόσο ασταθής, η ανάγκη αυτή θέριεψε.
Πασχίζει σκληρά για να κατανοήσει την ύλη. Να «δέσει», ότι άκουσε στην τάξη με αυτά που γράφει το βιβλίο. Όμως, όταν ανάμεσα στο διάβασμά της, «σκαλώνει», σε κάτι που δεν καταλαβαίνει, όταν το βιβλίο που έχει στα χέρια της δεν είναι αυτό που έπρεπε να έχει. Όταν θέλει τη λεπτομέρεια για να χτίσει τη γνώση και το βιβλίο, της δίνει ακαταλαβίστικες γενικότητες, τότε η Ελένη αισθάνεται μόνη.
Τότε αισθάνεται τον πόνο, που φέρνει η αδικία και η εγκατάλειψη!
Γιατί κι εδώ που ζει η Ελένη, η ίδια πατρίδα είναι.
Δεν είναι άλλη!
Είναι όμως εγκαταλειμμένη απο την κεντρική διοίκηση. Διαχρονικά!
Και τότε, το όνειρο της γιατρίνας απομακρύνεται, όπως απομακρύνεται και η βοήθεια που η Ελένη θα πρόσφερε στους ανήμπορους. Αυτή τη βοήθεια και το ζεστό χάδι, που θα χάριζε στα άρρωστα παιδιά.
Στη χώρα της, και πέρα από αυτήν.
Γιατί ξέχασα παιδιά, να σας πω, ότι το άλλο όραμα της Ελένης είναι να ενταχθεί στην ομάδα των γιατρών χωρίς σύνορα ή στους γιατρούς του κόσμου.
Ποιος ξέρει;
Ας γίνει πρώτα γιατρός….
Οι ουρανοί συνωμοτούν.
«Όταν κάποιος, θέλει κάτι τόσο πολύ, τότε οι ουρανοί συνωμοτούν για να το πετύχει, έγραψε ένας συγγραφέας», ο Πάουλο Κουέλιο.
Έτσι και στην περίπτωση της Ελένης, αφού το θέλει τόσο πολύ, «οι ουρανοί», πρέπει να βοηθήσουν να το πετύχει.
Πρώτα απ’ όλα η Ελένη χρειάζεται έναν υπολογιστή (δεν είναι ανάγκη να είναι καινούργιος, ούτε και πολύ ισχυρός.) Αν ο υπολογιστής που δεν χρειάζεστε πλέον και προβληματίζεστε τι να τον κάνετε, ταιριάζει με τα παραπάνω, είναι κατάλληλος για την Ελένη. Η Ελένη όμως, είναι πολύ μακριά και πολύ απομονωμένη. Μόνο η τεχνολογία μπορεί να τη βγάλει από την απομόνωσή της.
Και να, «οι ουρανοί», βοήθησαν στην εφεύρεση και την ανάπτυξη του ψηφιακού δικτύου.
Μόνο που το δίκτυο, πρέπει να φτάσει και σε αυτήν.
Μας μένει ακόμη, να δούμε και ποια άλλα παιδιά, είναι σαν την Ελένη.
Θα ξέρουμε δηλαδή, που υπάρχει δυνατότητα και που υπάρχει ανάγκη.
Κι αν στο χωριό της Ελένης υπάρχει ψηφιακό δίκτυο τότε θα φροντίσουμε να συνδεθεί και το σπίτι της Ελένης. Αν αυτό είναι αδύνατο, τότε θα φροντίσουμε να συνδεθεί στον κοινόχρηστο χώρο του χωριού, δηλαδή τη βιβλιοθήκη, το κοινοτικό γραφείο ή το παλιό σχολείο. Αν η γαλβανική σύνδεση είναι αδύνατη, τότε θα καλύψουμε το χωριό με ασύρματο δίκτυο Wi Fi.
Αν το χωριό ή ο συνοικισμός δεν έχει τηλεφωνική σύνδεση, τότε θα τη γεφυρώσουμε με ζεύξη μικροκυματική.
Θα υποστηρίξουμε και θα διδάξουμε την Ελένη, και μαζί της όλα τα παιδιά και τους χωριανούς για το πώς να χρησιμοποιούν αυτό το σύγχρονο εργαλείο.
Τότε η Ελένη θα έχει πρόσβαση στην παγκόσμια γνώση.
Είδατε πως όλα γίνονται, όταν «συνωμοτούν οι ουρανοί!»
Η στήριξη.
Τώρα οι Δάσκαλοι της Ελένης, (αυτοί, που τους αξίζει Δέλτα κεφαλαίο), θα βρίσκονται δίπλα της. Μέσα από την οθόνη του υπολογιστή της θα της λύνουν τις απορίες της και θα την ενθαρρύνουν όταν απογοητεύεται. Θα της διδάσκουν πως όσο υψηλότερος είναι ο στόχος που βάζει, τόσο πιο έντονη πρέπει να είναι η προσπάθεια.
Όπως και η χαρά της δικαίωσης, θα είναι ανάλογη!
Η Ελένη θα νοιώθει πως δεν είναι μόνη, εκεί στην άκρη του ορεινού χωριού της.
Θα διαπιστώσει, πόσο γλυκιά είναι η προσπάθεια, όταν θέλει να φτάσει στο σκοπό της. Να ζήσει το όραμά της.
Να φορέσει μια μέρα, τη λευκή μπλούζα της.
Να βλέπει παιδιά να τη χαιρετούν, φεύγοντας υγιή από την πόρτα του νοσοκομείου. Να βλέπει τους γονείς τους, δίπλα τους να μην περπατούν, αλλά να πετούν από τη χαρά τους. Να νοιώθει τη χαρά τους, ξέροντας πως βοήθησε κι αυτή. Γιατί η Ελένη είναι ταγμένη στους ανθρώπους. Έχει τάξει τον εαυτό της στα άρρωστα παιδιά, που δεν τους ταιριάζει, ούτε ο πόνος, ούτε μαρτυρική περίοδος στη ζωή τους. Γιατί τα παιδιά είναι αθώα. Γιατί δεν έκαναν κανένα κακό για να τους αξίζει τόσος πόνος!
Η Ελένη ονειρεύεται πως θα είναι δίπλα τους, θα τους κρατάει το χέρι και θα ξενυχτάει μαζί τους, όταν κάνουν την επώδυνη θεραπεία τους. Θα τους μιλάει γλυκά για να απαλύνει τον πόνο τους. Να τα πάρει για λίγο ο ύπνος. Έστω για λίγο!
Από την άλλη, μέσα από την κάμερα του υπολογιστή της η Ελένη θα μεταφέρει το γλυκό πρόσωπό της και την ευγνωμοσύνη της σε όσους την στηρίζουν τώρα.
Γιατί, είναι πολλοί αυτοί που θέλουν να τη στηρίξουν.
Βλέπετε μόλις “συνωμότησαν οι ουρανοί” και δημιουργήθηκε η οργάνωση «Δάσκαλοι χωρίς Σύνορα»
Γιατί, υπάρχουν πολλοί εκεί έξω, που έχουν ανάγκη να βλέπουν το χαμογελαστό, το χαρούμενο πρόσωπο της Ελένης.
Είναι πολλοί, που έχουν ανάγκη να στείλουν φως και να εισπράξουν κάτι πίσω, από αυτό που ανακλάται στα μάτια της.
Της δικής μας και της κάθε Ελένης.
Ως δάσκαλος τόσα χρόνια, δεν ξέρω αν οι μαθητές μου έχουν πάρει πιο πολλά από εμένα ή εγώ από αυτούς.
Μάλλον το δεύτερο.
Έτσι όταν καταγραφεί η ανάγκη της Ελένης, (και του κάθε παιδιού), προκύπτει η ανάγκη της διαχείρισης. Πρέπει να συνδεθεί η ανάγκη με τη δυνατότητα και την προσφορά. Την εθελοντική προσφορά. Αλλά με απόλυτη ασφάλεια για τον μαθητή και τη μαθήτρια.
Γιατί στους χώρους της ψηφιακής τεχνολογίας κρύβονται πολλοί κίνδυνοι.
Εδώ τη διαχείριση, θα την κάνουμε έχοντας ένα χαλύβδινο χέρι μέσα σε βελούδινο γάντι. Και δε θα χαλαρώσουμε.
Ευγένεια ναι, κατάχρηση όχι.
Γι’ αυτό ας μην μας παρεξηγήσουν οι φίλοι εθελοντές, Δάσκαλοι και Καθηγητές αν ζητάμε επιβεβαίωση και εγγυήσεις για αυτούς.
Εύκολα τα λόγια.
Και επειδή τα λόγια είναι εύκολα, οι συμπατριώτες μας έχουν χορτάσει υποσχέσεις που δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, αυτή τη δουλειά που χρόνια τώρα μας τριβελίζει το μυαλό, θα την αναλάβουμε εμείς. Δηλαδή η ομάδα που θα μελετήσει, θα συντονίσει και θα υλοποιήσει το έργο και όλοι οι εθελοντές με την υποστήριξή τους. Κυρίως την ηθική.
Έτσι, σταδιακά θα πάψουμε να τα περιμένουμε όλα από κάποιο απρόσωπο κράτος, όπως μας είχαν διδάξει μέχρι σήμερα. Θα αναλάβουμε και εμείς το ρόλο που μας αναλογεί και θα τα βγάλουμε πέρα πολύ καλύτερα».
Δημοσιεύτηκε πριν 10 χρόνια. Αλλά είναι τόσο επίκαιρο!
Χρήστος Σακαρίκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου