Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2017

Δεν πηγαίνουμε στα χωρια μας,Επιστρέφουμε σ'αυτα!-Γραφει ο Γιωργος Μπουκας

Δεν πηγαίνουμε στα χωριά μας. Επιστρέφουμε σ΄αυτά!

Κάθε φορά που επιστρέφεις στο χωριό σου, φίλε αναγνώστη και συγχωριανέ, σου δημιουργείται η εντύπωση, όχι πως ανακάλυψες κάτι καινούργιο, αλλά πως θυμήθηκες κάτι πολύ σημαντικό, που για λίγο το είχες ξεχάσει. Μια ευκαιρία να θυμηθείς, αυτό που η καθημερινότητα μας υποχρεώνει να το ξεχνάμε. Να θυμηθούμε πως στα χωριά μας που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, υπάρχει μια άλλη ζωή και γεύσεις που αξίζει να τις γνωρίσουμε! Και αυτή «η άλλη ζωή» είναι κατά πολύ ανώτερη από την καθημερινότητα που ζούμε, γιατί έχει μέσα της σπέρματα αιωνιότητας! Δεν είσαι εσύ που επισκέπτεσαι, που βλέπεις, που παρακολουθείς. Μια αόρατη δύναμη βλέπει και παρακολουθεί εσένα, και σε ταξιδεύει σε παιδικές θύμησες.  Στα σχολικά σου χρόνια. Σε γιορτές. Σε πανηγύρια. Πόσοι άνθρωποι γεννήθηκαν στο χωριό και δεν είναι πια στη ζωή. Και όμως περιδιαβαίνοντας τα στενά δρομάκια του, είναι όλοι εκεί. Εκεί που καθόταν ο καθένας τους να ξεκουραστεί. Εκεί που εργαζόταν. Εκεί που γλένταγε. Στο καφενείο που έπινε τον καφέ του και κουβέντιαζε με τους συγχωριανούς του. Στο δένδρο που έδενε το άλογό του. Το περίπτερο του μπάρμπα-Πάνου είναι ακόμα εκεί, ολοζώντανο, στο σταυροπίδι, και ας μη φαίνεται. Τι να πεις! Μέγα θαύμα η επιστροφή στο χωριό! Ο Οδυσσέας Ελύτης στο ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ γράφει: «Τα θεμέλιά μου στα βουνά….Και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος.»
Γι’ αυτή τη μνήμη που σαν άκαυτη βάτος, μας συντροφεύει στα δικά μας βουνά, σου μιλάω, φίλε ταξιδιώτη. Ίσως αυτά τα βουνά, να είχε στο νού του, ο άλλος νομπελίστας ποιητής μας, όταν έγραφε: «Ο τόπος μας είναι κλειστός,
 όλο βουνά που έχουνε σκεπή το χαμηλό ουρανό, μέρα και νύχτα.
Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε πηγές, μονάχα λίγες στέρνες άδειες κι αυτές….
Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε μπορέσαμε να χτίσουμε τα σπίτια τα καλύβια και τις στάνες μας.
 Και οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάκτυλα, γίνονται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας.
Πως γεννηθήκανε, πως δυναμώσανε τα παιδιά μας; »
Αλήθεια πως κατάφεραν οι γονείς μας και οι παππούδες μας να μεγαλώσουν τα παιδιά τους; Πως κατάφεραν να επιβιώσουν;
Με τις θύμησες  και τις σκέψεις αυτές, ζώντας για λίγο πλάι στους ανθρώπους και στο χωριό, νιώθεις το δρόμο της επιστροφής πιο μακρύ, σα να μη θέλεις να φύγεις από κοντά τους, και από την αγκαλιά τους. Σα μια αόρατη κλωστή να σε κρατά δεμένο σε όλα αυτά που είδες και άκουσες και έζησες και μια ιδέα στροβιλίζεται στο μυαλό σου. ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΩ!!!  Έχω πολλά ακόμα να δω και να μάθω. Θα ξανάρθω να χτίσω το πατρικό μου σπίτι. Θα ξανάρθω στο πανηγύρι του χωριού μας.
Το χωριό μας, όπου κι αν πας, θα είναι πάντα εδώ, να περιμένει το γνώριμο βήμα σου, στα χώματά του!
Καλό δρόμο συγχωριανέ και φίλε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου